ἐξουσιῶν

ἐξουσιῶν
ἐξουσία
power
fem gen pl
ἐξουσιάζω
exercise authority
fut part act masc voc sg
ἐξουσιάζω
exercise authority
fut part act neut nom/voc/acc sg
ἐξουσιάζω
exercise authority
fut part act masc nom sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ἐξουσίων — ἐξούσιος stripped of property masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διάκριση εξουσιών — Νομική έννοια που υποδηλώνει τη διαίρεση των εξουσιών του κράτους σε τρεις μορφές: τη νομοθετική, τη δικαστική και τη διοικητική ή εκτελεστική. Έχει υποστηριχθεί και η άποψη για τη διάκριση σε δύο μορφές, τη νομοθετική και την εκτελεστική… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Ένωση — ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ/ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Η αφετηρία Η δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας το Μάρτιο του 1957, ύστερα από την υπογραφή της σχετικής συνθήκης στη Ρώμη από τη Γαλλία, την Ομοσπονδιακή… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

  • διοικητικά συστήματα — Τα συστήματα οργάνωσης της κρατικής διοίκησης και κατ’ επέκταση της διοίκησης κάθε συλλογικού φορέα. Τα κύρια συστήματα διοικητικής οργάνωσης είναι δύο: το συγκεντρωτικό και το αποκεντρωτικό. Στο συγκεντρωτικό σύστημα, η εξουσία ενός διοικητικού… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Συνταγματική Ιστορία — Η ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Σύντομη ανασκόπηση Το σύνταγμα είναι το σύνολο των κανόνων δικαίου με τους οποίους ρυθμίζεται η συγκρότηση και η άσκηση της κρατικής εξουσίας. Επομένως, η συνταγματική ιστορία είναι η ιστορία της κρατικής… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Μοντεσκιέ, Σαρλ Λουί ντε Σεκοντά, βαρόνος της Λα Μπρεντ και του- — (Charles Louis de Secondat, baron de La Brent et de Montesquieu, Λα Μπρεντ, Μπορντό 1869 – Παρίσι 1755). Γάλλος φιλόσοφος και συγγραφέας δοκιμίων από τους επιφανέστερους εκπρόσωπους του Διαφωτισμού. Καταγόταν από οικογένεια ευγενών και έκανε… …   Dictionary of Greek

  • διάκριση — η (AM διάκρισις) [διακρίνω] διαστολή, διαχωρισμός, ξεχώρισμα νεοελλ. 1. διαφορά 2. επίγνωση, συναίσθηση 3. διακριτικότητα, ευπρέπεια 4. προτίμηση 5. αντίληψη διαφοράς 6. πληθ. διακρίσεις δυσμενής μεταχείριση κατηγοριών ανθρώπων για λόγους… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”